Page 24 - index
P. 24
(ανάλυση)
φαινόμενο το οποίο γεννήθηκε «ηθικοπολιτικά» μέσα από τον συναισθηματικό εκ-
δημοκρατισμό της μεταπολιτεύσεως, οπότε ανδρώθηκε ταχύτατα ως κραταιά μορφή
συλλογικότητας πλάι στην οικογένεια και την εντοπιότητα η κομματικοσυνδικαλιστική
συντεχνία. Η «συλλογικότης» τούτη διαβάζει τους θεσμούς μόνο από την πλευρά των
«δικαιωμάτων» και διαπλάθει μια πολιτικά καχεκτική και κοινωνικά διαλυτική συνεί-
δηση. Αντί να εσωτερικεύουν οι πολίτες τους θεσμούς και να αναπτύσσουν αίσθημα
ευθύνης ως προς το κοινωνικό σύνολο, προσχωρούν στην διεκδίκηση του μερικού
εκείνου συμφέροντος που τροφοδοτεί τον συνδικαλισμό παρασιτισμό και καλλιερ-
γεί όλα τα είδη μοχθηρίας και δηλητηριώδους επικριτικού αρνητισμού. Απληστία και
αρπακτικότης συναγωνίζονται μεταξύ τους σε μια ατμόσφαιρα γενικευμένης καχυ-
ποψίας. Εν ονόματι των «δημοκρατικών δικαιωμάτων» ένας αχαλίνωτος εγωισμός
προβάλλει την ανασφάλεια ή την υπαρξιακή αποτυχία των ατόμων στην συνθήκη του
συνόλου και ενώ οι πολωτικές αντιπαραθέσεις εξάπτουν το θυμικό οι πελατειακές συναλλαγές το κατευνάζουν.
Το αξιακό στοιχείο, έτσι, υπονομεύεται με «προοδευτικά» ιδεολογήματα ελεεινής μορφής, με μία ψεδοκαθολικό-
τητα η οποία κατά βάθος συντηρείται με την αναγωγή σε υψίστη κοινωνικοπολιτική αρχή της άνευ όρων και ορίων
ευτυχίας, ασχέτως εάν τούτο συνεπάγεται την χιονοστιβάδα του δημοσίου χρέους και τα μνημόνια. Πρόκειται για
παθολογική κατάσταση που δικαιολογεί την εφαρμογή της ιατρικής στην σπουδή της πολιτικής ιστορίας, το «ες
αεί» της κληρονομιάς του Θουκυδίδη στην ανθρωπότητα.
Μιλώ για το φαινόμενο του λαϊκισμού. Από τα ιδεολογικά υποστυλώματα του λαϊκιστικού ομαδισμού είναι η ανά-
δειξη του παρία σε πολιτικά προνομιούχο και κατ’ επέκταση η εξίσωση της αξιοκρατίας με την ανισότητα. Στην με-
ταπολιτευτική περίοδο η αυθαίρετη τούτη εξίσωση πήρε τη μορφή κρατικιστικού προστατευτισμού, που ανέλαβε να
αιμοδοτεί «προοδευτικά» το πατροπαράδοτο πελατειακό πολιτικό σύστημα. Το πελατειακό πολιτικό μας σύστημα
έλαβε την θεσμική έκφραση μιας κουλτούρας της ήσσονος προσπάθειας, την οποία βιώνουμε στους τρόπους της
ευκολίας και της εξυπηρετήσεως επί τη βάση του ήθους της «υποχρεώσεως» και της κάθε είδους παρεπόμενης
συναλλαγής. Το αίσθημα της υποχρεώσεως σε κάποιον που μας «εξυπηρέτησε» δεν είναι τόσο αθώο όσο δείχνει
εκ πρώτης όψεως, αποτελεί έθος ψυχικά και κοινωνικά δεσμευτικό, πιθανή προέκταση της άγραφης οικουμενικής
αρχής του δώρου και του αντιδώρου. Ως εσωτερικευμένη αρχέγονη παράδοση κοινωνιών όπως η νεοελληνική, το
έθος του δώρου και του αντιδώρου εναντιώνεται ισχυρότατα στην συνείδηση της πολιτικής ευθύνης. Ως παραθε-
σμική συμπεριφορά καθιερώνει την διαπλοκή και γίνεται αιτία ψυχοκοινωνικού τύπου αγκυλώσεως και διαταραχών.
Εισάγει δηλαδή στον συλλογικό βίο σαν κυρίαρχη αν μη μοναδική, λογική και επιλογή την ικανοποίηση των επί
μέρους συμφερόντων, που με την σειρά τους απεργάζονται εκ των έσω την διάρρηξη του κοινωνικού ιστού.
Συμβαίνει το εξής: Με κατεύθυνση την δική μας «τακτοποίηση» εσωτερικεύουμε τυφλά χωρίς να θεωρούμε έλ-
λογα και κριτικά την άμεση πραγματικότητα. Έτσι αντί η κουλτούρα να προσανατολίζει ενσυνείδητα με τον δικό της
τρόπο τα άτομα στα χειροπιαστά δεδομένα, αντί να επιζητεί την ενηλικίωσή τους κατ’ εξοχήν με την παιδεία και την
εκπαίδευση, να καλλιεργεί δε αμέσως ή εμμέσως τις έμφυτες ικανότητες των νέων και να δημιουργεί μαζί με το αν-
θρώπινο δυναμικό ένα εύρωστο πολιτισμικό περιβάλλον, τείνει να καταλήξει στο αντίθετο. Ανάγοντας την ευκολία
και την βολή σε αξία, η λαϊκιστική κουλτούρα κρατεί την κοινωνία σε παθολογική ανωριμότητα, ώστε μεγάλο μέρος
της να προχωρεί σε φαντασιώσεις σαν την μεγαλομανή μανία καταδίωξης που μας κατατρέχει και καταπνίγει κάθε
δημιουργικό πέταγμα. Υπό τέτοιες συνθήκες είναι εύλογο να βουλιάζουμε σε βαθύτατη ανασφάλεια και γενικευ-
μένη δυσπιστία, με το έλλειμμα αυτοπεποιθήσεως που συνεπάγονται. Στην ψυχική αναμέτρηση πρωτοβουλίας και
αβεβαιότητος ο αμυντικός κοινωνικός μηχανισμός του παραδοσιακού μας ομαδισμού προκρίνει τον πατερναλιστικό
κρατικισμό και το βάλτωμα που τον συνοδεύει. ε
*Από το βιβλίο του «Ο ΑΛΛΟΣ του Καθρέφτη», εκδ. Αρμός, Αθήνα 2012.
24