Page 67 - index
P. 67

“Η χάρτινη αδερφούλα”







[ κείμενα - εικόνες: Έλλη Ιωαννίδου ]




























Στην αρχή δεν έδωσαν και πολύ σημασία, γιατί σκέφτηκαν ότι ήταν απλώς ένα παιχνίδι που γρήγορα η μικρή Έλλη θα βαρεθεί.
Όμως μάταια. Η Έλλη αγαπούσε πολύ την χάρτινη αδερφούλα της!
Ώσπου ένα πρωί συνέβηκε κάτι αναπάντεχο! Ήταν ένα απλό πρωί του Αυγούστου, αλλά εκείνη τη μέρα φυσούσε πολύ δυνατά.
Είχαν έρθει τα μελτέμια, όπως έλεγαν οι γονείς της. Η Έλλη, μόλις είχε γυρίσει από την θάλασσα. Πλύθηκε, άλλαξε ρουχαλάκια
και βγήκε να παίξει στην αυλή του σπιτιού. Έβγαλε βιαστικά την χάρτινη Λάουρα από την ψάθινη τσάντα της, για να μη τσαλακωθεί.
Είχε ετοιμάσει τα κουβαδάκια της, και ετοιμαζόταν να βγάλει τα χάρτινα φαγητά που είχε ζωγραφίσει, για να ταΐσει την Λάουρα.
Την ώρα όμως που άνοιγε την τσάντα, φύσηξε ένας πολύ, πολύ, πολύ δυνατός αέρας και της άρπαξε την Λάουρα από τα χεράκια
της! Την άρπαξε και με δύναμη την σήκωσε ψηλά. Η Έλλη, εκείνη την στιγμή, έβγαλε μια δυνατή στριγκλιά. Οι γονείς της, έτρεξαν
αμέσως στην αυλή και την κοίταξαν έκπληκτοι. Ο αυγουστιάτικος νοτιάς, είχε ήδη πάρει την μικρή Λάουρα σαν χαρταετό, και την
σήκωσε πάνω από το σπίτι. Πάνω από την θάλασσα, πάνω και από το πιο πάνω, το παραπάνω… Η Λάουρα ανέβαινε τώρα με με-
γάλη ταχύτητα στον ουρανό, χορεύοντας κιόλας! Ο ουρανός την έπαιρνε μακριά, πολύ, πολύ, πολύ μακριά.
Η Έλλη, άρχισε να κλαίει και να ουρλιάζει συγχρόνως. “Η Λάουρα, η Λαουρίτσα μου, η αδερφούλα μου, έφυγε, πάει έφυγε σας
λέω...” φώναζε. Οι γονείς της, την πήραν αμέσως στην αγκαλιά τους να την παρηγορήσουν, αλλά εκείνη έκλαιγε, έκλαιγε, έκλαι-
γε, έκλαιγε ασταμάτητα. Τις επόμενες μέρες η Έλλη, δεν είχε όρεξη και κέφι για τίποτα. Ούτε να μιλήσει, ούτε να παίξει, ούτε να
φάει το αγαπημένο της γλυκό, που έφτιαξε η μαμά της, για να χαρεί.
Έτσι μελαγχολικά λοιπόν πέρασε και ο Αύγουστος με τον Σεπτέμβρη.
Μια Κυριακή όμως, του Οκτώβρη, μόλις είχε ξυπνήσει, με βουρκωμένα ματάκια, ρώτησε τον μπαμπά της: “Μπαμπά, που να είναι
τώρα η Λάουρα;” “Δεν ξέρω αγαπούλα μου, μπορεί να την βρήκε άλλο παιδάκι και να την έχει αδερφούλα του” της είπε εκεί-
νος, και της χαμογέλασε γλυκά. Η Έλλη δεν είπε τίποτε άλλο, σκεπάστηκε και περίμενε να της φέρουν το γαλατάκι της. Εκείνη
ακριβώς την στιγμή, στο δωμάτιο μπήκε η μαμά της, να της πει μια καλημέρα. “Δεν την χρειάζεσαι εσύ τώρα την Λάουρα, ας την
βρει άλλο παιδάκι, που δεν έχει αδερφούλα” της είπε. “Ναι, αλλά ούτε και εγώ τώρα έχω αδερφούλα” απάντησε λυπημένη η
Έλλη. Οι γονείς της, κοιτάχτηκαν μεταξύ τους και χαμογέλασαν.
Η μαμά της τότε, της λέει με τρυφερότητα: “Όχι κοριτσάκι μου, εσύ, θα έχεις αδερφούλα σε λίγους μήνες!”
Η Έλλη, πετάχτηκε φωνάζοντας. “Γιατί δεν μου το λέγατε τόσο καιρό;”
“Γιατί και εμείς τώρα το μάθαμε μωρό μου” της είπε ο μπαμπάς της. “Τότε λοιπόν, δεν την χρειάζομαι την χάρτινη αδερφού-
λα. Ας την βρει άλλο παιδάκι που δεν έχει” είπε η Έλλη χαρούμενη και έλαμπε το προσωπάκι της από ευτυχία. Αγκάλιασε τους
γονείς της, τους φίλησε πολλές, πολλές, πολλές, φορές και τους ρώτησε με την γλυκιά φωνούλα της: “Την αληθινή αδερφούλα
μου, μπορούμε να την λέμε Λάουρα;” Οι γονείς της την κοίταξαν με αγάπη. Συμφώνησαν μαζί της, την καληνύχτισαν και την άφη-
σαν να ονειρευτεί την καινούργια αληθινή αδερφούλα της. Λίγο πριν κλείσουν την πόρτα, η Έλλη τους φώναξε: “Εγώ θα της μάθω
το τραγούδι για το ψαλίδι, εντάξει;”
“Εντάξει. Αρκεί να μη της μάθεις να φτιάχνει και χάρτινες αδερφούλες”, απάντησε η μαμά της και έφυγε γελώντας. ε



*Το παραμύθι της Έλλης Ιωαννίδου “Η χάρτινη αδερφούλα” μαζί με άλλα παραμύθια, μπορείς να το δεις και στο
διαδίκτυο στο: www.ellis-stories.blogspot.com
67
   62   63   64   65   66   67   68   69